Τι συμβαίνει με την πρώιμη ανάπτυξη των παιδιών;
Στην εποχή μας, παρατηρείται μια ανησυχητική αύξηση των περιπτώσεων πρώιμης εφηβείας, όπου τα παιδιά εισέρχονται στη φάση της εφηβείας νωρίτερα από το αναμενόμενο. Αυτή η πρόωρη ανάπτυξη δεν επηρεάζει μόνο το σώμα, αλλά και την ψυχολογία των παιδιών, επιφέροντας προκλήσεις στην κοινωνική και συναισθηματική τους προσαρμογή. Οι ειδικοί προσπαθούν να κατανοήσουν τα αίτια πίσω από αυτή την τάση, καθώς και τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει στην υγεία και την ευημερία των παιδιών. Σε αυτό το άρθρο, θα διερευνήσουμε τις σύγχρονες εξελίξεις γύρω από το φαινόμενο της πρώιμης εφηβείας και τους παράγοντες που μπορεί να επηρεάζουν αυτή την τάση.
Πολύ τεκμηριωμένη αναφορά γίνεται στο άρθρο της Ιωάννας Φωτιάδη στην Καθημερινή που παρουσιάζεται παρακάτω.
Κορίτσια που ξεχωρίζουν στις παρέες – το σώμα τους είναι γυναικείο, αλλά η συμπεριφορά τους και κυρίως οι ανάγκες τους είναι εκείνες ενός παιδιού. Θέλουν ακόμη να παίξουν κούκλες με τις συνομήλικές τους, παράλληλα όμως νιώθουν τις ψυχολογικές μεταπτώσεις και την αναστάτωση της εφηβείας. Η παραπάνω εικόνα μάς είναι οικεία, καθώς τα κορίτσια της γενιάς Α μπαίνουν όλο και πιο νωρίς στον προθάλαμο της ενήλικης ζωής. «Την τελευταία 15ετία παρατηρείται διεθνώς μια μείωση στην ηλικία έναρξης της εφηβείας, ειδικά στα κορίτσια», εξηγεί στην «Κ» η Πηνελόπη Σμυρνάκη, παιδοενδοκρινολόγος με έδρα στο Ηράκλειο Κρήτης.
«Ορμονικά, η έναρξη της εφηβείας σηματοδοτείται με την ενεργοποίηση του άξονα υποθάλαμος – υπόφυση – γονάδες, που οδηγεί στην έκκριση των οιστρογόνων· αυτές με τη σειρά τους διαμορφώνουν τα δευτερογενή χαρακτηριστικά του φύλου και οδηγούν σταδιακά στη διαμόρφωση ενός σώματος ενήλικα με αναπαραγωγική ικανότητα», σημειώνει η κ. Σμυρνάκη. Της πρώτης περιόδου προηγείται και η αύξηση του ύψους – έως και 25% του τελικού ύψους τους. Δύο περίπου χρόνια μετά την ενήβωση τοποθετείται χρονικά η εμμηναρχή.
Ποσοστά
«Tην τελευταία δεκαετία βλέπουμε μείωση στην ηλικία εμφάνισης της περιόδου, στη Μεσόγειο γύρω στα 10,5 έτη και στις σκανδιναβικές χώρες κοντά στα 11,5 έτη· πριν από 30 χρόνια ήταν 12 στις μεσογειακές και 14,5 στις βόρειες». Το χρονικό όριο που θεωρείται υγιές είναι από τα δέκα έως και τα δεκαπέντε χρόνια. «Παλιότερα ο μέσος όρος στην Ελλάδα ήταν 12,5 ετών, τώρα είναι περίπου 11 ετών και εννέα μηνών», προσθέτει. «Ο ανθρώπινος οργανισμός είναι προγραμματισμένος να δει οιστρογόνα μεταξύ 8 και 12 ετών, αν αυτό συμβεί νωρίτερα ή αργότερα είναι πρόβλημα», λέει η κ. Σμυρνάκη. Η πρώιμη ήβη έχει αποδεδειγμένα συνδεθεί με σοβαρά προβλήματα υγείας στην ενήλικη ζωή –διαβήτη, καρδιαγγειακά, παχυσαρκία, χαμηλό προσδόκιμο ζωής–, ενώ ορισμένες μελέτες αποδίδουν και την πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου του μαστού. Σε τι οφείλεται, λοιπόν, η πρώιμη έναρξη της ήβης;
«Χρειάζεται να τα ενημερώσουμε κατάλληλα για τη διαχείριση της σεξουαλικότητάς τους, καθώς εκ των πραγμάτων δεν είναι έτοιμα να την αντιμετωπίσουν, άλλοτε μπορεί να αποτολμήσουν πειραματισμούς τους οποίους μετέπειτα μετανιώνουν και κατακλύζονται από το αίσθημα της ντροπής», λέει η αναπληρώτρια καθηγήτρια Παιδιατρικής – Εφηβικής Ιατρικής στο ΕΚΠΑ, Άρτεμις Τσίτσικα.
Η κακής ποιότητας διατροφή, η παχυσαρκία, η έλλειψη άσκησης, η κληρονομικότητα (ηλικία εμμηναρχής σε γυναίκες οικογένειας), η επίδραση ορμονικών διαταρακτών (που προσλαμβάνουμε από τροφές, ατμόσφαιρα και πλαστικά), το στρες, αλλά και τα ερεθίσματα σεξουαλικού περιεχομένου που δέχονται τα κορίτσια από τη συνεχή έκθεση σε οθόνες, φαίνεται να αποτελούν τους σοβαρότερους παράγοντες.
Που βρίσκονται οι ενδοκρινικοί διαταράκτες;
Οι ενδοκρινικοί διαταράκτες βρίσκονται σε πολλά καθημερινά προϊόντα και στο περιβάλλον. Οι κύριες πηγές προέρχονται από βιομηχανικές χημικές ουσίες που χρησιμοποιούνται ευρέως στην παραγωγή πλαστικών, καλλυντικών, οικιακών προϊόντων, τροφίμων και άλλων υλικών. Ας δούμε μερικές από τις πιο κοινές κατηγορίες ενδοκρινικών διαταρακτών και τις πηγές τους:
1. Βισφενόλη Α (BPA)
- Πηγές: Χρησιμοποιείται σε πλαστικά προϊόντα, όπως μπουκάλια νερού, επενδύσεις κονσερβοποιημένων τροφίμων, και σε θερμογραφικά χαρτιά (π.χ. αποδείξεις).
- Προβλήματα: Μπορεί να μιμείται τα οιστρογόνα στο σώμα, προκαλώντας ορμονικές διαταραχές.
2. Φθαλικές Ενώσεις
- Πηγές: Χρησιμοποιούνται ως πλαστικοποιητές σε προϊόντα PVC, όπως πλαστικά παιχνίδια, συσκευασίες τροφίμων, καλώδια και ορισμένα καλλυντικά (αρώματα, σαμπουάν, βερνίκια νυχιών).
- Προβλήματα: Μπορούν να επηρεάσουν την παραγωγή των ορμονών του φύλου, όπως τα οιστρογόνα και η τεστοστερόνη.
3. Πολυχλωριωμένα Διφαινύλια (PCBs)
- Πηγές: Παλιότερα χρησιμοποιούνταν σε ηλεκτρικό εξοπλισμό και βιομηχανικά προϊόντα, αλλά σήμερα βρίσκονται κυρίως στο περιβάλλον λόγω της ανθεκτικότητάς τους. Μπορούν να συσσωρεύονται στα λιπαρά ψάρια και σε μολυσμένα εδάφη και νερά.
- Προβλήματα: Είναι νευροτοξικά και ενδοκρινικοί διαταράκτες που επηρεάζουν τον θυρεοειδή αδένα και τα οιστρογόνα.
4. Διοξίνες
- Πηγές: Δημιουργούνται ως υποπροϊόντα κατά την καύση απορριμμάτων, βιομηχανικές διεργασίες και τη χρήση ζιζανιοκτόνων. Συσσωρεύονται στα τρόφιμα, κυρίως στο κρέας, τα γαλακτοκομικά και τα ψάρια.
- Προβλήματα: Επηρεάζουν το ανοσοποιητικό και το ενδοκρινικό σύστημα, κυρίως τον άξονα των αναπαραγωγικών ορμονών.
5. Παραβένες
- Πηγές: Χρησιμοποιούνται ως συντηρητικά σε καλλυντικά, κρέμες, σαπούνια και προϊόντα προσωπικής φροντίδας.
- Προβλήματα: Μπορούν να μιμούνται τα οιστρογόνα, επηρεάζοντας την ανάπτυξη και λειτουργία του ενδοκρινικού συστήματος.
6. Περφθοροχημικά (PFCs)
- Πηγές: Βρίσκονται σε προϊόντα που είναι ανθεκτικά στο νερό και το λίπος, όπως αντικολλητικά σκεύη, αδιάβροχα υφάσματα και συσκευασίες τροφίμων.
- Προβλήματα: Συνδέονται με διαταραχές του θυρεοειδούς και άλλες ορμονικές ανωμαλίες.
7. Οργανοφωσφορικά Εντομοκτόνα
- Πηγές: Χρησιμοποιούνται σε γεωργικά προϊόντα και παρασιτοκτόνα. Οι άνθρωποι μπορούν να εκτεθούν μέσω της κατανάλωσης φρούτων και λαχανικών που δεν έχουν πλυθεί σωστά.
- Προβλήματα: Μπορούν να επηρεάσουν τον νευρικό και ενδοκρινικό σύστημα, ειδικά στα παιδιά.
8. Ατραζίνη
- Πηγές: Ζιζανιοκτόνο που χρησιμοποιείται ευρέως στη γεωργία, ειδικά για καλλιέργειες καλαμποκιού. Βρίσκεται συχνά στο νερό των υπόγειων υδάτων.
- Προβλήματα: Συνδέεται με διαταραχές των ορμονών του φύλου και την αναπαραγωγική υγεία.
9. Συνθετικά Οιστρογόνα και Προγεστερόνες
- Πηγές: Χρησιμοποιούνται σε φάρμακα, όπως αντισυλληπτικά και θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης. Μπορούν να καταλήξουν στο νερό μέσω των αποβλήτων.
- Προβλήματα: Επηρεάζουν τον ορμονικό άξονα, προκαλώντας διαταραχές στο αναπαραγωγικό σύστημα.
«Πρόσφατα η έρευνα ανέδειξε και τον γονιδιακό παράγοντα που μπορεί να επιδράσει στην πρώιμη ενήβωση, αλλά σε ένα πολύ μικρό ποσοστό των περιπτώσεων», σημειώνει η κ. Σμυρνάκη. «Κάποιες φορές μπορεί να είναι συνδυασμός παραγόντων – μεγάλο βάρος και επιβαρυμένη κληρονομικότητα ή το παιδί να έχει φυσιολογικό βάρος αλλά η ποιότητα των τροφών που προσλαμβάνει να μην είναι καλή».
Έχει αποδειχθεί ερευνητικά ότι η πρώιμη ήβη μπορεί να έχει επιπτώσεις στην ψυχοκοινωνική ανάπτυξη των κοριτσιών λόγω των διαφορών από τους συνομηλίκους.
«Μπορεί αρχικά το προβάδισμα στο ύψος, στη σωματική ανάπτυξη και κατ’ επέκταση στις αθλητικές επιδόσεις να αναγνωρίζεται ως προσόν και να θέτει την έφηβη σε πλεονεκτική θέση». Ωστόσο, το τελικό ύψος μπορεί να είναι χαμηλότερο των υπολοίπων και κάποια στιγμή οι συνομήλικοι να ξεπεράσουν το πρώιμα αναπτυγμένο παιδί, προκαλώντας απογοήτευση. «Χρειάζεται να τα ενημερώσουμε κατάλληλα για τη διαχείριση της σεξουαλικότητάς τους, καθώς εκ των πραγμάτων δεν είναι έτοιμα να την αντιμετωπίσουν» υπογραμμίζει η καθηγήτρια. «Αλλοτε μπορεί να αποτολμήσουν πειραματισμούς, τους οποίους μετέπειτα μετανιώνουν και κατακλύζονται από το αίσθημα της ντροπής». Μελέτες συσχετίζουν την πρώιμη ήβη με την πρόωρη έναρξη σεξουαλικής δραστηριότητας, αλλά και με τη σχολική αποτυχία και τις συμπεριφορές υψηλού κινδύνου. «Τα παιδιά μπορεί επίσης να πιεστούν ή να παρενοχληθούν σεξουαλικά, αφού το σώμα τους είναι πολύ ωριμότερο από τον τρόπο σκέψης, το γνωστικό τους επίπεδο και την κοινωνική τους λειτουργικότητα», προσθέτει η ίδια. «Οφείλουμε να προετοιμάζουμε τα παιδιά για να ξέρουν τι τους συμβαίνει και να υπερασπίζονται το σώμα τους και το δικαίωμά τους να είναι διαφορετικά».
Η μελέτη
Μετά την πανδημία ο αριθμός των περιστατικών πρώιμης ήβης που κλήθηκε να διαχειριστεί η κ. Σμυρνάκη στην Κρήτη, όπως και η συνάδελφός της, παιδοενδοκρινολόγος Ιωάννα Παπαευσταθίου στα Γιάννενα, είχε αυξηθεί σημαντικά. «Ανατρέξαμε στους φακέλους παιδιών που εξετάστηκαν για πρώιμη ήβη κατά το διάστημα των 10 χρόνων προ πανδημίας και το συγκρίναμε με αυτό των παιδιών δύο χρόνια μετά την COVID», περιγράφει η κ. Σμυρνάκη. Οι δύο γιατροί μελέτησαν φακέλους 10.000 ανηλίκων (στη συντριπτική πλειονότητα κοριτσιών), τους οποίους χώρισαν και προ και κατόπιν πανδημίας. Τα αποτελέσματα που παρουσίασαν στο 9ο συνέδριο Παιδιατρικής και Εφηβικής Ενδοκρινολογίας και απέσπασαν το βραβείο καλύτερης προφορικής ανακοίνωσης, προκαλούν αίσθηση. «Η έναρξη της εφηβείας προ των 8 ετών στα κορίτσια ήταν στατιστικά σημαντική την περίοδο μετά την COVID, με τη μεγαλύτερη αύξηση στο πρώτο εξάμηνο μετά την πανδημία και η πρώιμη εμμηναρχή επίσης ήταν συχνή», εξηγεί. «Αυτό σημαίνει ότι ο άξονας υποθαλάμου – υπόφυσης – γονάδων ενεργοποιήθηκε νωρίτερα στην πανδημία. Στη μελέτη αναδείχθηκε ότι ο εγκλεισμός, η κοινωνική απομόνωση, ο φόβος, η υπερβολική ενασχόληση με την οθόνη, η έλλειψη άσκησης και κίνησης οδήγησαν σε πρώιμη εμφάνιση της εφηβείας».
Ο κρίσιμος ρόλος της διατροφής
Όταν οι γονείς διακρίνουν τα πρώτα ανησυχητικά σημάδια, αναζητούν τρόπους μετάθεσης της εμμηναρχής, όπως η μείωση ή ρύθμιση του βάρους του παιδιού. «Μας προβληματίζει η υπερινσουλιναιμία, που συνάδει με την πρώιμη ήβη, αλλά όχι πάντοτε με την παχυσαρκία», σημειώνει η δρ Αννα Παπαγεωργίου, διαιτολόγος – διατροφολόγος και ιδρύτρια του Κέντρου Συμβουλευτικής Διατροφής και προαγωγής Υγείας «Ευρωστία». «Το αυξημένο βάρος, μεταξύ των άλλων επιπλοκών στα παιδιά, συμβάλλει στην παραγωγή οιστρογόνων που θα επιφέρουν την πρώιμη ήβη».
Η αλλαγή διατροφής και η ρύθμιση του βάρους βοηθάει τόσο τα κορίτσια που βρίσκονται υπό ιατρική διερεύνηση όσο και όσα έχουν ήδη έμμηνο ρύση. «Συστήνουμε μείωση κατανάλωσης κορεσμένων λιπαρών και ζάχαρης, η οποία βρίσκεται κρυμμένη σε σνακ, αναψυκτικά και ενεργειακά ποτά, μείωση του αλατιού, αύξηση της κατανάλωσης φρούτων και λαχανικών», επισημαίνει η δρ Παπαγεωργίου, η οποία προτάσσει τη σημασία, όχι μόνο της ποσότητας της τροφής αλλά και της ποιότητας. Ιδιαίτερα δημοφιλές στους εφήβους ενεργειακό ποτό περιέχει 36 γραμμάρια ζάχαρης στα 100 ml, όπως αναφέρει ενδεικτικά. «Δηλαδή για να κάψει ένα παιδί ό,τι προσέλαβε θα πρέπει να τρέξει πάνω από 15 χιλιόμετρα», υπογραμμίζει.
Καθοριστικό ρόλο, ωστόσο, θα παίξει η αλλαγή της καθιστικής συμπεριφοράς και δη μπροστά σε οθόνες. «Παρακολουθώντας με προσήλωση κάτι, συνήθως τους ανοίγει η όρεξη και δη για ραφιναρισμένους υδατάνθρακες», αναφέρει η δρ Παπαγεωργίου. «Αυτές οι κατευθύνσεις ισχύουν προφανώς και πριν και μετά την εμμηναρχή, δεδομένου ότι καθώς αυτή συνοδεύεται από συναισθηματικές μεταπτώσεις και πόνο, πολλά κορίτσια θα αναζητήσουν “παρηγοριά” στο φαγητό και δη στο γλυκό, με την ανοχή των γονιών», διευκρινίζει.
«Είναι καλό τα παιδιά να μην υπερβαίνουν τις συνιστώμενες ημερήσιες δόσεις πρόσληψης κάθε κατηγορίας τροφών, έτσι όπως τις ορίζει ο ΠΟΥ», τονίζει. «Δεν έχουμε 100% ερμηνεία για την πρώιμη ήβη, εξ ου και είναι απαραίτητο να είναι καλά ρυθμισμένη η διατροφική ρουτίνα των ανηλίκων». Εξίσου κομβική, βέβαια, είναι η άσκηση. «Συμβάλλει στην απόκτηση σωστού λιπώδους ιστού, βελτιώνει την ανοχή στη γλυκόζη και ρυθμίζει το βάρος», αναφέρει η δρ Παπαγεωργίου. «Δεν υπάρχει μεγαλύτερος μύθος από την παγιωμένη άποψη ότι το επιπλέον βάρος του παιδιού “θα το πάρει ύψος”», σημειώνει η ίδια, «ένα παχύσαρκο παιδί πρέπει να αλλάξει διατροφικές συνήθειες και να χάσει βάρος – μεταξύ άλλων για να μην ξεκινήσει πρώιμα η εφηβεία του».
Σε όσα κορίτσια ξεκίνησε νωρίς η εμμηναρχή και υπάρχει ανησυχία για το τελικό τους ύψος και τη μυϊκή τους ενδυνάμωση, η δρ Παπαγεωργίου συστήνει πλειομετρικές ασκήσεις. «Μικρά πηδηματάκια που τεντώνουν το κορμί, κολύμπι, ποδήλατο, μονόζυγο, συγκεκριμένες ασκήσεις γιόγκα με μεγάλα ανοίγματα, όπως η στάση κόμπρα ή κεράκι, κοιλιακοί με βάρος του σώματος, αλλά ακόμη και το τόσο αγαπητό στα κορίτσια του δημοτικού σκοινάκι». Ετσι θα βελτιωθεί το σωματικό βάρος και θα ενεργοποιηθεί ο μεταβολισμός. Τέλος, δεν πρέπει να υποτιμάται ο ρόλος του ύπνου. «Ο καλός ύπνος, διάρκειας τουλάχιστον οκτώ ωρών, είναι πολύτιμο εργαλείο για την καλή ανάπτυξη των εφήβων και των δύο φύλων», καθώς «η αυξητική ορμόνη εκκρίνεται στο διάστημα 10-12 τη νύχτα».
Πηγές
Rubin, B.S. (2011). Bisphenol A: An endocrine disruptor with widespread exposure and multiple effects. Journal of Steroid Biochemistry and Molecular Biology, 127(1-2), 27-34.
Rochester, J.R. (2013). Bisphenol A and human health: A review of the literature. Reproductive Toxicology, 42, 132-155.
Meeker, J.D., Sathyanarayana, S., & Swan, S.H. (2009). Phthalates and other additives in plastics: Human exposure and associated health outcomes. Philosophical Transactions of the Royal Society B: Biological Sciences, 364(1526), 2097-2113.
Schantz, S.L., Widholm, J.J., & Rice, D.C. (2003). Effects of PCB exposure on neuropsychological function in children. Environmental Health Perspectives, 111(3), 357-376.
Mocarelli, P., Gerthoux, P.M., & Patterson, D.G. (2008). Dioxin exposure, from infancy through puberty, produces endocrine disruption and affects human semen quality. Environmental Health Perspectives, 116(1), 70-77.
Darbre, P.D., & Harvey, P.W. (2008). Paraben esters: Review of recent studies of endocrine toxicity, absorption, esterase, and human exposure, and discussion of potential human health risks. Journal of Applied Toxicology, 28(5), 561-578.
Lau, C., Anitole, K., Hodes, C., Lai, D., Pfahles-Hutchens, A., & Seed, J. (2007). Perfluoroalkyl acids: A review of monitoring and toxicological findings. Toxicological Sciences, 99(2), 366-394.
Slotkin, T.A. (2004). Cholinergic systems in brain development and disruption by neurotoxicants: Nicotine, environmental tobacco smoke, organophosphates. Toxicology and Applied Pharmacology, 198(2), 132-151.
Rohr, J.R., & McCoy, K.A. (2010). A qualitative meta-analysis reveals consistent effects of atrazine on freshwater fish and amphibians. Environmental Health Perspectives, 118(1), 20-32.
Diamanti-Kandarakis, E., Bourguignon, J.P., Giudice, L.C., Hauser, R., Prins, G.S., Soto, A.M., … & Gore, A.C. (2009). Endocrine-disrupting chemicals: An Endocrine Society scientific statement. Endocrine Reviews, 30(4), 293-342.
Bergman, Å., Heindel, J.J., Jobling, S., Kidd, K.A., & Zoeller, R.T. (2012). State of the science of endocrine disrupting chemicals. World Health Organization (WHO).